Της Ελευθερίας Μηλάκη
Είχα νοικιάσει ένα μικρό γραφείο σε ένα κτίριο με δικηγόρους και γιατρούς. Μια μέρα, χτύπησε την πόρτα μου η κυρία Μαρίνα. Γειά σας. Χρειάζομαι δικηγόρο για μια υπόθεσή μου. Δεν είμαι δικηγόρος. Δεν πειράζει, μπορώ να περάσω; Η κυρίας Μαρίνα πράγματι είχε κάποια υπόθεση. Όσο και αν προσπάθησα να την πείσω ότι δεν είμαι δικηγόρος, δεν μπόρεσα. Η υπόθεση της κυρίας Μαρίνας ήταν απλά ένα άλλοθι, μια εφεύρεση για να βγει από το σπίτι, για να βρει στήριξη. Ήταν μια κακοποιημένη γυναίκα, γύρω στα εξήντα, όμως επέμενε να τονίζει ότι είναι «πενήντα τρία». Αν από την αρχή ήξερα, θα τη συμβούλευα να πάει σε ένα συμβουλευτικό κέντρο γυναικών ή ακόμα και στην αστυνομία. Αποφάσισα να μην συνεχίσω να της λέω ότι δεν είμαι δικηγόρος. Άρχισα και εγώ να μπαίνω στο παιχνίδι που με ήθελε άρον άρον «δικηγόρο». Η κυρία Μαρία ήρθε ξανά και ξανά στο γραφείο, αν και η «υπόθεση» δεν προχωρούσε. Είχα κατάλαβει ότι ο λόγος που ερχόταν σε μένα ήταν άλλος. Τη δεχόμουν, αν δεν ήταν κανείς άλλος εκεί, καθώς το γραφείο είχε μόνο ένα δωμάτιο. Τη δεχόμουν σαν μια φίλη, καθόμασταν και μιλούσαμε. Μου μίλησε για τη ζωή της, ότι ήταν «ελεύθερη», ζούσε με τον αδερφό της και λάμβανε μια σύνταξη από τον πατέρα της, που ήταν και το μοναδικό της εισόδημα, γιατί δεν είχε εργαστεί ποτέ. Τόνισε τη λέξη «ελεύθερη», σαν να ήθελε να πει ότι υπάρχει ακόμα ελπίδα. Δεν είχε κανέναν εκτός από τον αδερφό της, ο οποίος ήταν επίσης συνταξιούχος.
Μια μέρα ήρθαν μαζί οι δύο τους στο γραφείο για να ξαναδούμε τη… νομική υπόθεση, την αλληλογραφία, τα τηλεφωνήματα. Η όψη του αδερφού έλεγε «δεν το παίζω τρελός, αλλά είμαι». Η αλήθεια είναι ότι το πράγμα είχε αρχίσει να δυσκολεύει, παρά τις καλές μου προθέσεις. Ο αδερφός μου επιτέθηκε, δεν κατάλαβα για ποιο λόγο. Και μετά επιτέθηκε σε έναν άλλο πελάτη μου. Είχε προσπαθήσει να βγεί από το δωμάτιο και έπεσε πάνω στη τζαμαρία του διαδρόμου. Καλά, στραβός είσαι; Του φώναξε. Αυτό που δεν είχα καταλάβει ήταν ότι ο άνθρωπος ήταν αλκοολικός. Δυο ηλικιωμένοι, ευάλωτοι, μόνοι και αβοήθητοι.
Μια άλλη μέρα ήρθε η κυρία Μαρίνα ξανά και στο πρόσωπό της είχε μώλωπες. Τι πάθατε; Ρώτησα ανήσυχη. Έπεσα από τη σκάλα… Μείναμε για λίγη ώρα αμίλητες και μετά συμπλήρωσε «δηλαδή ο αδερφός μου με έσπρωξε από τη σκάλα». Όταν πίνει γίνεται βίαιος. Δεν ήξερα τι να πω. Της είπα μόνο ότι σύντομα δεν θα με βρει πια εδώ και της έδωσα τη νέα μου διεύθυνση. Και μια μέρα ήρθε… «Περπάτησα όλο το δρόμο από το κέντρο μέχρι εδώ»… Δεν θυμάμαι πια τι συζητήσαμε, ήταν μια γυναίκα πολύ αξιοπρεπής και το μόνο που ήθελε ήταν ένας άνθρωπος να μιλήσει. Νομίζω ήταν 2009 ή 2010.
Αυτές οι γυναίκες έγιναν στόχος από θρασύδειλους, εχθρούς της περιουσίας και των δικαιωμάτων του λαού, που ζητούσαν να τους κόψουν τη σύνταξη, γιατί… δεν είναι μοντέρνα και φεμινιστική!!! Λες και η κοινωνία μας είναι μοντέρνα. Λες και δεν ψάχνουμε πανικόβλητες για… γαμπρό, όχι απαραίτητα για να μας συντηρεί, αλλά και για να μην έχουμε το στίγμα της «γεροντοκόρης». Βάζω στοίχημα ότι θέλετε ότι γυναίκες σαν την κυρία Μαρίνα θα έδιναν τα πάντα για να ντυθούν «νυφούλες», έστω και στις απόκριες!
Λες και στον εργασιακό τομέα υπάρχουν ίσες ευκαιρίες για άντρες και γυναίκες, ενώ υπάρχουν εργασιακά κάτεργα για όλους. Λες και η αφαίρεση ενός δικαιώματατος από μια γυναίκα θα σώσει τους ανέργους, τους φτωχούς, τους αποκλεισμένους. Το να πάρουν το ψωμί του γείτονα, που ούτε το έκλεψε, ούτε το βρήκε στα δέντρα, δεν θα φέρει ψωμί στο τραπέζι μας. Για να τελειώνει αυτό το θέμα, οι συντάξεις αυτές έχουν πλέον μετατραπεί σε προνοιακά επιδόματα, δηλαδή ισοδυναμούν με το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, αφαιρούνται ακόμα και για μια γυναίκα που δουλεύει για 300 ευρώ το μήνα ενώ ο τίτλος του «συνταξιούχου αξιωματούχου» είναι πλέον καθαρά τιμητικός. Τι να τις κάνω τις τιμές τους… Παραθέτω ένα απόσπασμα από άρθρο ακροδεξιού. Προς Θεού, η κυβέρνηση είναι «κεντρώα» και όποιος δεν το πιστεύει πρόβλημά του.
—«Η υπερβολική προστασία σκοτώνει. Το αντιλαμβάνονται τώρα οι άγαμες θυγατέρες, και μάλιστα με τον χειρότερο τρόπο. Το κράτος αφού τις “κανάκεψε” κρατώντας τες σε μια ισόβια θερμοκοιτίδα, τώρα τους λέει “Ζήστε με λιγότερα” και σε λίγο θα τους πει “Κομμένα όλα, ζήστε όπως μπορείτε, ακόμα κι αν δεν ξέρετε τίποτε για να βγάλετε το ψωμί σας!”. Ακριβώς όπως ένα ζώο σε αιχμαλωσία που έχει μάθει να το ταΐζουν οι φύλακες και ξαφνικά το “απελευθερώνεις” στη ζούγκλα.
Έχει έρθει πια ο καιρός να κουβεντιάσουμε ανοιχτά όλα όσα αποσιωπούσαμε αυτά τα χρόνια. Να δούμε ότι η προστασία της δικής μου και της δικής σου συντεχνίας είναι, τελικά, εις βάρος και των δυο μας. Να καταλάβουμε πως και το ψωμί σου, και την αξιοπρέπειά σου, και την αυτοεκτίμησή σου τα κερδίζεις παλεύοντας, πως μόνο όταν εξασκείσαι συνεχώς στη σκοποβολή μπορείς να πετυχαίνεις στόχο.»—
Είναι «πατριώτες». Είναι «χριστιανοί». Είναι «φίλοι του λαού». Είναι ακόμα, τι ανακούφιση, «κεντρώοι». Βασικά ένα πράγμα θέλουν από το λαό. Να πεινάμε για να δουλεύουμε τζάμπα. Γιατί η ιδεολογία τους είναι να υπάρχουν άνθρωποι που αξίζουν και άνθρωποι που δεν αξίζουν. Δυστυχώς στη σημερινή κοινωνία οι άνθρωποι όντως χωρίζονται ρατσιστικά σε κοινωνικές τάξεις όπως στο παρελθόν και δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι η κοινωνία μας είναι πατριαρχική και οι γυναίκες που δεν είναι τόσο «όμορφος», τόσο «έξυπνες» ή τόσο τυχερές, ώστε να εξασφαλίζουν την αντρική προστασία, βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. Κακά τα ψέματα, ένας «καλός» γάμος ισοδυναμεί με διορισμό. Παλίοτερα έτσι και αλλιώς δεν ήταν καθόλου ασυνήθιστο για κάθε κορίτσι οποιασδήποτε οικογένειας να μην έχει κάνει τίποτα στη ζωή του πριν το γάμο του. Αυτό δεν ισχύει πια και με αυτή τη δικαιολογία οι συντάξεις μειώθηκαν τόσο δραματικά που στην ουσία καταργήθηκαν. Τι θέλουν τώρα; Να κόψουν και το προνοιακό επίδομα της κυρίας Μαρίνας;